Από το ένθετο «ΕΤ review» του Ελεύθερου Τύπου του Σαββάτου 19 Απριλίου 2008.
Του Μελέτη Μελετόπουλου
(Διδάκτορος Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Γενεύης)
Η γενική, διακομματική αποδοχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1909-1998) από την κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ εμπεδώθηκε μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική το 1980.
Δηλαδή, όταν ο ίδιος αποστασιοποιήθηκε από το κόμμα του και την τρέχουσα πολιτική και λειτούργησε ως υπερκομματικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας επί δύο πενταετείς θητείες, το 1980-85 και το 1990-95.
Απεναντίας, κατά τις δύο πρωθυπουργίες του (1955-63) και (1974-80) μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης και του πολιτικού κόσμου έτρεφε έντονα αρνητικά συναισθήματα προς το πρόσωπό του και την πολιτική του.
Την εποχή της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (ΕΡΕ), ο Καραμανλής υπήρξε στα μάτια του κεντρώου και αριστερού τμήματος του εκλογικού σώματος (δηλαδή της κοινωνικής πλειοψηφίας), ο εκλεκτός των Ανακτόρων και των Συμμάχων, που ανέλαβε την πρωθυπουργία με αυθαίρετη βασιλική επιλογή το 1955.
Όταν μάλιστα παραγκωνίστηκαν δύο πανίσχυροι αντιπρόεδροι, ο ένας εκ των οποίων διέθετε τη δεδηλωμένη της πλειοψηφίας των βουλευτών του τότε κυβερνώντος κόμματος του Εθνικού Συναγερμού, τη στιγμή του θανάτου του πρωθυπουργού Παπάγου.
Εκτός αυτού, η μη δεξιά κοινή γνώμη θεωρούσε τον Καραμανλή φορέα του μετεμφυλιακού αυταρχισμού (παρά τις εκ των υστέρων προσπάθειες του Καραμανλή να διαχωρίσει τη θέση του από το μοναρχο-στρατοκρατικό μετεμφυλιακό σύστημα εξουσίας, που όμως τον είχε προωθήσει στη θέση του πρωθυπουργού).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο αντικαραμανλισμός που αναπτύχθηκε στο εσωτερικό του δεξιού συστήματος εξουσίας.
Για παράδειγμα, ο Καραμανλής δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το μικρό αλλά ποιοτικά σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης και των αντιμαρξιστών, ιδεαλιστών και καντιανών διανοούμενων που επηρέαζε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Αυτοί θεωρούσαν τον Καραμανλή ακατάλληλο να δώσει πνευματικές κατευθύνσεις στον Ελληνισμό και να δημιουργήσει τις βάσεις ενός εκπαιδευτικού συστήματος με ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Τον Καραμανλή επίσης αντιπολιτεύθηκε, ιδίως μετά το 1961, η βασιλική καμαρίλα, που δεν ανέχτηκε τη σταδιακή του χειραφέτηση από το ρόλο του φερέφωνου των Ανακτόρων.
Σημειωθήτω ότι ο Καραμανλής έφθασε στο σημείο, την περίοδο 1961-63, να προσανατολισθεί στη συνταγματική κατάργηση των προνομίων του Στέμματος, κάτι που δείχνει την εσωτερική διχοστασία της κυβερνώσης Δεξιάς.
Αλλά και το εσωτερικό του Στρατεύματος είχαν αναπτυχθεί έντονα αντικαραμανλικά συναισθήματα. Κατ’ ουσία επρόκειτο για ένα σκληρό ανταγωνισμό εξουσίας μεταξύ των κέντρων που προωθούσαν τον κομβικό ρόλο του Στρατού στην πολιτική ζωή και του καραμανλικού συστήματος εξουσίας που επεδίωκε να υποτάξει αυτά τα κέντρα σε μια καραμανλική νομιμότητα.
Η πιο ενδιαφέρουσα όψη του καραμανλισμού είναι η αποστροφή που έτρεφε γι’ αυτόν η αθηναϊκή αριστοκρατία.
Ναι μεν ο λαϊκισμός και ο δυναμισμός του Καραμανλή ήταν χρήσιμα για την πολιτική κυριαρχία της Δεξιάς, αλλά το παραδοσιακό κοινωνικό κατεστημένο των Αθηνών τον αντιμετώπιζε ως επαρχιώτη πολιτευτή που εισέβαλε ως ταύρος εν υαλοπωλείω στις εύθραυστες κοινωνικές ισορροπίες και στα ήθη της κοσμικής ζωής της πρωτεύουσας.
Ας μην υποτιμάμε τον αρνητικό ρόλο που έπαιξαν τα αθηναϊκά σαλόνια στη ρήξη του Καραμανλή με τα Ανάκτορα και στην πτώση του το 1963.
……………………………………………………….
Μια υγιής αντίδραση
Του ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ πρώην εκδότη της εφημερίδας «ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ» στο ίδιο ένθετο του Ελεύθερου Τύπου.
Πιστεύοντας ότι ήταν γεννημένος ηγέτης («θα ήθελα να αφιερωθώ στους ανθρώπους του λαού μου …του έθνους μου» έλεγε από νέος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής) επελέγη (1955) « από τα Ανάκτορα, τους Αμερικάνους και το ντόπιο κατεστημένο» κατά την προσφιλή έκφραση του Ανδρέα Παπανδρέου, για να κυβερνήσει και έβαλε την προσωπική του σφραγίδα για 8 χρόνια σ’ αυτό που ο Γεώργιος Μαύρος αποκαλούσε από τότε «δικτατορία με κοινοβουλευτικό μανδύα», ο αντικομμουνισμός έγινε κρατική ιδεολογία, θέριεψαν το παρακράτος και ο χαφιεδισμός, η αστυφιλία και η μετανάστευση, οι πολίτες χωρίζονταν σε α’ κατηγορίας (εθνικόφρονες) και β’ (οι λοιποί), και η τύχη τους εξαρτιόταν από τον αστυφύλακα, το χωροφύλακα, τον ΚΥΠατζή, τον ΤΕΑτζή, τον τοπικό χαφιέ (στη γειτονιά ή στον τόπο δουλειάς) με το «φακέλωμα» να παίρνει τερατώδεις διαστάσεις, όπως και κρατική βία και αναλγησία.
(Δ.Ε.. 48,15% - ΕΡΕ 47,38%) αλλά έβγαλε – λόγω εκλογικού νόμου – 165 έδρες(!),
το 1958 κέρδισε διότι το Κέντρο ήταν τόσο αδύναμο, ώστε ξεπεράστηκε και από την ΕΔΑ (ΕΡΕ 41,2% ΕΔΑ 24,4% Κ.Φ. 20,7%)
Το 1961 «κέρδισε» με βία και νοθεία, ύστερα από ένα επιτελικά σχεδιασμένο εκλογικό πραξικόπημα, με συμμετοχή και του στρατού (ΕΡΕ 50,8% Ε.Κ. 33,7%),
Και το Νοέμβριο του 1963 έχασε (Ε.Κ. 42% ΕΡΕ 39,4%)
(60 χρόνια στην πολιτική, πολλές φορές Βουλευτής και Υπουργός, 14 χρόνια συνολικά Πρωθυπουργός και δυο πενταετίες Πρόεδρος της Δημοκρατίας!)
που θα κριθεί από την Ιστορία (άρα είναι νωρίς ακόμα..) όπως θα κριθεί και το φαινόμενο του αντικαραμανλισμού: Μια υγιής και επιβεβλημένη αντίδραση στη λαίλαπα του καραμανλισμού…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου