Σφαγή του Κομμένου
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η σφαγή του Κομμένου ήταν μια από τις μεγαλύτερες σφαγές
αμάχων στην ιστορία της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Διαπράχθηκε κατά τη
διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, στις
16 Αυγούστου 1943, στο χωριό Κομμένο που βρίσκεται στον νομό Άρτας και
είναι χτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Άραχθου.
Τα γεγονότα πριν τη
σφαγή
Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, μετέπειτα
Γυμνασιάρχη και μάρτυρα κατηγορίας στή
Δίκη της Νυρεμβέργης, στις 12 Αυγούστου 1943 ένα γερμανικό τζιπ με δύο
στρατιώτες του τάγματος Φιλιππιάδας διενεργούσε περιπολία στα χωριά του
Αμβρακικού κόλπου. Κάποια στιγμή το τζίπ ανατράπηκε από λακκούβα στο
χωματόδρομο και προσέτρεξαν σε βοήθεια κάτοικοι του χωριού Κομμένου. Οι
Γερμανοί ισχυρίζονται ότι «μέσα σε χωράφι είδαν ένα ένοπλο αντάρτη και
τρόμαξαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τον έλεγχο του οχήματος». Το τζιπ με την
βοήθεια των χωρικών επαναφέρθηκε στην κανονική θέση και οι στρατιώτες ελαφρά
τραυματισμένοι επέστρεψαν στη Φιλιππιάδα όπου έδωσαν αναφορά.
Ο επικεφαλής ταγματάρχης Φάλνερ (Falner) της μονάδας
Φιλιππιάδας Πρέβεζας επικοινώνησε με το
Στρατηγείο στα Ιωάννινα (στρατηγός Χούμπερτ Λαντς (Hubert Lanz)) και έλαβε
την εντολή «να εξαφανίσει το χωριό από το χάρτη» σύμφωνα με εντολές του Αδόλφου
Χίτλερ.
Κατά πληροφορίες, ο Falner αργότερα συνελήφθη από
παρτιζάνους του Τίτο στη Σερβία και εκτελέστηκε. Την εντολή της σφαγής εκτέλεσε
η μονάδα της Φιλιππιάδας με επικεφαλής τον υπολοχαγό Κόβιακ (Koviack).
(Στέφανος Παππάς: "Η Σφαγή του Κομμένου", Αθήνα 1996 και Γκούβας
Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση 2009).
Όμως, υπάρχει και δεύτερη άποψη.[1]. O συγγραφέας Χέρμαν
Φρανκ Μάγιερ[2] (τέκνο Ναζιστή αξιωματικού πού εκτελέστηκε από Έλληνες
αντάρτες), το έτος 2008 ισχυρίζεται ότι το βιβλίο του αυτόπτη μάρτυρα Στέφανου
Παππά έχει κάποιες ανακρίβειες. Κατά τον
Μάγερ, «ο Hubert Lanz δεν είναι ο εντολέας της «ισοπέδωσης» του Κομμένου, διότι
αφίχθη στην Ήπειρο στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 ενώ η σφαγή έγινε στις 16 Αυγούστου
1943».[3].
Σύμφωνα με μιά άλλη άποψη, στις 12 Αυγούστου 1943 μια μικρή
ομάδα ανταρτών μπήκε στο χωριό Κομμένο με σκοπό τη συγκέντρωση τροφίμων. Στη διάρκεια
της παραμονής τους, μια αναγνωριστική ομάδα από δύο Γερμανούς μοτοσυκλετιστές
μπήκε τυχαία στο χωριό και μόλις είδαν τους αντάρτες έφυγαν χωρίς να εμπλακούν
μαζί τους. Οι κάτοικοι που αντιλήφθηκαν το γεγονός το ίδιο βράδυ διανυκτέρευσαν
στην ύπαιθρο φοβούμενοι αντίποινα. Αντιπροσωπεία των κατοίκων την άλλη μέρα
πήγε στον Ιταλό διοικητή της Άρτας με σκοπό να εξηγήσουν τα γεγονότα και να
ζητήσουν την κατανόηση του για το συμβάν. Εκείνος τους καθησύχασε και τους
διαβεβαίωσε οτι δεν υπήρχε κίνδυνος. Διαφορετική
όμως ήταν η άποψη της Γερμανικής διοίκησης της 1ης Ορεινής Μεραρχίας που έδρευε
στα Γιάννενα. Καθώς οι προσπάθειες των κατακτητών να πλήξουν το αντάρτικο
είχαν ισχνά αποτελέσματα, οι Γερμανοί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν
παραδειγματική επιχείρηση αντιποίνων.
Η σφαγή
Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, η μηχανοκίνητη
μονάδα ναζιστικών στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με την εντολή της Διοίκησης
Ιωαννίνων, εισέβαλε στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου
1943, με το πρόσχημα των αντιποίνων για την ύπαρξη ανταρτών του ΕΛΑΣ και του
ΕΔΕΣ στην περιοχή. Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από γαμήλια γιορτή πού είχε
γίνει την προηγούμενη ημέρα. Στο χωριό υπήρχαν και ορισμένοι φιλοξενούμενοι από
την Πρέβεζα. Την εποχή εκείνη πρακτικά το Κομμένο ανήκε στο Νομό Πρέβεζας με
θαλάσσια επικοινωνία. Τα ναζιστικά στρατεύματα προέβησαν σε μια άνευ
προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του
χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους και στο
τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Λίγοι ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό Κόλπο.
Στο τέλος της σφαγής οι ναζί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία του χωριού όπου
έφαγαν και ήπιαν μπύρες αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες, δίπλα σε 7 πτώματα.
Συνολικά οι νεκροί της σφαγής ήταν 317 άτομα. Διασώθηκαν 440 άτομα. Η σφαγή του
Κομμένου Άρτας είναι ισοδύναμη με αυτή των Καλαβρύτων και του Διστόμου. Ο
αείμνηστος Στέφανος Παππάς, μετέπειτα γυμνασιάρχης, από το Κομμένο, νεαρός τότε
επέζησε της σφαγής και έγραψε βιβλίο με πλήρη περιγραφή των γεγονότων. Ένα
απόσπασμα από το βιβλίο του είναι το εξής: «Οι πρώτοι προστρέξαντες μετά την
ανθρωποσφαγή Γρηγόρης Κολιοκώτσης και Ευστάθιος Κολιοκώτσης, ευρήκαν τις δύο
ξαδέρφες των Αθηνά και Θεοδοσία νεκρές από σφαίρες πιστολιού και φανερότατα τα
ίχνη του βιασμού. Αλλα παραδείγματα μακαβρίου εγκληματικότητας είναι τα δύο
μωρά του μακαρίτη Ευστάθιου Κολιοκώτση ηλικίας 7 μηνών, που ευρέθηκαν νεκρά από
ασφυξία, γιατί οι κακούργοι εγέμισαν τα στόματά των με βαμβάκι βρεγμένο με
βενζίνη και κατόπιν το άναψαν για να απολαύσουν ένα σαδιστικό πυροτέχνημα.
Ευρέθη επίσης ο δεύτερος παππάς του χωριού Ζώης Παππάς σκοτωμένος με μαχαίρι
και με εξωρυγμένους τους οφθαλμούς. Ως επισφράγισμα της θηριωδίας των ανωτέρω
αναφέρω ένα πρωτάκουστο κακούργημα. Η ετοιμογέννητη Παναγιώτα σύζυγος του
Λεωνίδα Τσιμπούκη βρέθηκε νεκρή με την κοιλιά ξεσχισμένη και το έμβρυο νεκρό
δίπλα της, όπως βεβαιώνει ο αυτόπτης μάρτυρας Θεόδωρος Σταμάτης…». (Στέφανος
Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).
Σύμφωνα με μιά δεύτερη παραλλαγή των γεγονότων, το έργο της σφαγής ανατέθηκε στο 98ο
Σύνταγμα του συνταγματάρχη Γιόζεφ Ζάλμινγκερ.
Το ξημέρωμα της 16ης Αυγούστου 100 άνδρες του 12ου λόχου με
επικεφαλής των υπολοχαγό Ρέζερ
οπλισμένοι με όλμους, πολυβόλα, χειροβομβίδες και αυτόματα όπλα περικύκλωσαν το
χωριό. Η τελευταία εντολή που πήραν από τον Ρέζερ, σύμφωνα με μαρτυρία ενός από
τους στρατιώτες, ήταν να μην αφήσουν τίποτα όρθιο. Οι άντρες της Βέρμαχτ
εκτέλεσαν κατά γράμμα την εντολή. Οι στρατιώτες σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά
τους ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Έμπαιναν στα σπίτια των αιφνιδιασμένων
χωρικών και ξεκλήριζαν ολόκληρες οικογένειες. Χαρακτηριστικό είναι οτι 20
οικογένειες ξεκληρίστηκαν μέχρις ενός. Επί 9 ώρες οι Γερμανοί σκότωναν, βίαζαν,
έκαιγαν και κατέστρεφαν οτι υπήρχε στο διάβα τους. Όταν αποχώρησαν είχαν αφήσει
πίσω τους 317 νεκρούς μεταξύ των οποίων 97 νήπια και παιδιά μέχρι 15 χρονών και
119 γυναίκες. H σφαγή έγινε μια μέρα μετά το πανηγύρι του χωριού για τη γιορτή
της Παναγίας.
Η συνέχεια μετά τη
σφαγή
Ο επικεφαλής των δολοφόνων ταγματάρχης Φάλνερ εκτελέστηκε αργότερα στη Σερβία από παρτιζάνους αντάρτες του στρατάρχη
Τίτο. Για τον υπολοχαγό Κόβιακ δεν υπάρχουν πληροφορίες.
Ο επικεφαλής Μέραρχος
των Ναζί στα Ιωάννινα Χούμπερτ Λαντς παραπέμφθηκε και δικάσθηκε στη συνακόλουθη
της Δίκης της Νυρεμβέργης γνωστής ως "Δίκη των ομήρων" (Hostages
Trial) ή Δίκη του Λιστ ως εγκληματίας πολέμου, το 1947, και καταδικάστηκε σε 12
έτη κάθειρξης. Ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Ο Λαντς κατά τη δεκαετία του 1970
έλαβε μέρος σε τηλεοπτική συζήτηση με τον γνωστό από τη δράση του στην
κατεχόμενη Ελλάδα Βρετανό στρατιωτικό Κρις Γούντχάουζ στην τηλεόραση της
Κολωνίας (Köln) σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης.
Πολιτική αγωγή και μάρτυρας κατηγορίας στο δικαστήριο της
Νυρεμβέργης ήταν ο Στέφανος Παππάς, με δικηγόρο τον καθηγητή Πανεπιστημίου
Ιωάννη Σιόντη, ως εκπρόσωπο του Ελληνικού Κράτους. (Στέφανος Παππάς, 1996 και
Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).
Ήδη από τη δεκαετία του '60 Γερμανοί ιδιώτες έμαθαν για τη
σφαγή του Κομμένου και επισκέφθηκαν το χωριό. Μάλιστα μια ευκατάστατη Γερμανίδα
χρηματοδότησε την ανέγερση νέου Δημοτικού Σχολείου. Από τη δεκαετία του 80
άρχισε να ασχολείται με τις θηριωδίες των Ναζί ο Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, ο οποίος
και για το σχετικό βιβλίο του τιμήθηκε από την Κοινότητα Κομμένου.
Το έτος 2003, Γερμανοί ακτιβιστές παρουσία τηλεοπτικών
συνεργείων άπλωσαν πανό μέσα στο Μουσείο Περγάμου (The Pergamon Museum) που
βρίσκεται στο τέως Ανατολικό Βερολίνο με το σύνθημα «Καλάβρυτα- Δίστομο -
Κομμένο. Να αναγνωρισθεί η σφαγή και να δοθούν αποζημιώσεις», στα Γερμανικά και
Ελληνικά. Τελικά στις 30 Απριλίου 2004 ανακοινώθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης
ότι ο εισαγγελέας του Μονάχου άνοιξε το φάκελο της σφαγής του Κομμένου, και ο
Πρόεδρος του Κομμένου Γεώργιος Παππάς δήλωσε ότι επιτέλους ανοίγει ο δρόμος για
περαιτέρω διεκδικήσεις. Κάθε χρόνο στις 15-16 Αυγούστου γίνεται στο Κομμένο
μνημόσυνο και τελετές σε ανάμνηση αυτής της θηριωδίας που δεν τιμά τον
Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009,
Περιοδικό "Απειρος Χώρα": "Μνημόσυνο στό Κομμένο Αρτας",
τεύχος Σεπτ. 2010).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου