Ο Μοναχός Παΐσιος Αγιορείτης (Αρσένιος Εζνεπίδης, 25 Ιουλίου
1924-12 Ιουλίου 1994) ήταν Έλληνας μοναχός που έζησε κατά τη διάρκεια του 20ού
αιώνα.
Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας στη
Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και
ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε
ακόμα 8 αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες
φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον
Καππαδόκη, ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει
καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου,
στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των
προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην
Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο.
Στην Κέρκυρα η οικογένειά
του έμεινε ενάμιση χρόνο.
Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε
στην Κόνιτσα.
Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο.
Έδειχνε
ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς
του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο
Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός.
Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε σαν
ασυρματιστής κατά τον ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής,
ζητούσε να πολεμά στην πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην
βλαφτούν.
Το μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την
ειδικότητα του ασυρματιστή. Γι' αυτό και πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή
του Γέροντα τον αναφέρουν ως "Ασυρματιστή του Θεού". Μάλιστα, ο
Γέροντας φέροντας ως παράδειγμα την κατά τη στρατιωτική του θητεία αυτή
ιδιότητα, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της μοναχικής
ζωής ότι οι μοναχοί είναι "ασυρματιστές του Θεού", εννοώντας την
θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Απολύθηκε
από το στρατό το 1949.
..............
Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο
Κονίτσης.
Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους αλλά
περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με
φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με αιχμή
το λόγο του Ευαγγελίου.
Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου
στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και
τον μετριοπαθή χαρακτήρα του.
Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος
και Επιστήμης. Ο Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ό,τι κέρδιζε το έδινε σε
φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.....................
Το συναπάντημα με την αρκούδα στην Κόνιτσα
Ο Γέροντας Παϊσιος (κατά κόσμον Αρσένιος Ενζεπίδης) βρισκόταν
κάποτε στο μοναστήρι, στην Κόνιτσα. Ήταν χειμώνας κι είχε χιόνι. Κάποια μέρα,
ξημερώματα, βάδιζε μέσα στο δάσος και πήγαινε να ξελειτουργήσει (να βοηθήσει
τον ιερέα στην τέλεση της θείας λειτουργίας) έναν ιερέα. Καθώς περπατούσε μέσα
στο χιόνι, σ’ ένα στενό μονοπάτι, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια αρκούδα, που
ερχόταν προς αυτόν.
Όταν η αρκούδα έφτασε κοντά στο Γέροντα, εκείνος έβγαλε από
τον ντορβά του ένα από τα δύο πρόσφορα, που μετέφερε, άπλωσε το χέρι του προς
το μέρος της αρκούδας και της το πρόσφερε. Η αρκούδα το πήρε, έβαλε μετάνοια
στο Γέροντα, γύρισε πίσω και έφυγε!
Όταν πια βρισκόταν στο κελί της Παναγούδας στην Ι. Μ.
Κουτλουμουσίου, κάποιος που είχε ακούσει το γεγονός πήγε και τον ρώτησε, αν
είναι αλήθεια. Κι εκείνος του απάντησε:
- Βρε, ευλογημένε, που να θυμάμαι εγώ από την Κόνιτσα!
Του είπε ο προσκυνητής:
- Ε, Γέροντα, είναι δυνατόν να σου συνέβη τέτοιο πράγμα και
να μη το θυμάσαι;
Κι ο Γέροντας:
-Βρε, ευλογημένε! Ε, άμα πείναγε η αρκούδα, δεν θα έπαιρνε
το πρόσφορο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου