Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Ακυρούμεν την μεταξύ του Δημοσίου και του Παιδιάτρου Νικολάου Σκοπούλη συναφθείσαν σύμβασιν....Ο Νομάρχης Κοσμάς Λιοτόπουλος ...εν έτει 1972...


Πάεινα τον πατέρα μου στο γιατρό. Τον κοίταγε, λεφτά δεν τόπαιρνε, τόδινε και λεφτά για τα φάρμακα. Μια φορά μου είπε μια ιστορία. Συνέβη όταν ήταν βουλευτής. Μια γυναίκα είχε άρρωστο το παιδί της, είχε αφαλό. Ήθελε να πάει στο Σκοπούλη, αλλά φοβόταν επειδή ήταν αριστερός, φοβόταν και τον άντρα της που ήταν συνταγματάρχης. Το παιδί χειροτέρευε, κανένας γιατρός δεν το έκανε καλά όπου και αν πήγε. Έφυγε ο άντρας της σε άσκηση για δέκα μέρες. Πήρε το παιδί και το πήγε στο Σκοπούλη. Το πήγα γιατρέ σε δέκα γιατρούς, δεν του έκαναν τίποτε. Πονάει, δεν πατάει κάτω. Ξαπλώνει το παιδί ο γιατρός του ρίχνει μια κούπα στον αφαλό, το άφηκε δεκαπέντε λεπτά, και το παιδί περπάτησε. Εμένα ο άντρας μου είναι συνταγματάρχης γιατρέ, και δεν άφηνε να το φέρω. Τους παρακολουθούν…
Γύρισε ο άντρας βλέπει το παιδί έξω να παίζει, τι έγινε; Ρωτάει τη γυναίκα του. Το πήγα στο Σκοπούλη, που δεν μ’ άφηνες. Της κόβει μια επιταγή και την πάει. Δεν την πήρε ο γιατρός. Νάρθει εδώ ο άντρας σου της είπε… (Θεόδωρος Κονταξής αγρότης από Κουτσελιό)

Στις εκλογές του 1958 βρέθηκε στην Καταμάχη ένας ψήφος στην ΕΔΑ. Δεν είχε ξαναγίνει ποτέ αυτό. Οι προύχοντες του χωριού άρχισαν να ψάχνουν, να ρωτούν. Πήγε και ο αστυνόμος και ρώτησε κι αυτός. Οπότε βγαίνει ο μπάρμπα Βαγγέλης ο Μηλιώνης και λέει: «Τι θέλεις καπετάνιε; Εγώ ψήφισα το Σκοπούλη γιατί μούσωσε τη ζωή! Ήμουν στην πλατεία στα Γιάννενα διπλωμένος στα δυο από τον πόνο. Είχε σπάσει η σκωληκοειδίτιδα. Τυχαία πέρναγε ο Σκοπούλης από εκεί και με πήγε κατευθείαν στο Νοσοκομείο (Βασίλειος Πάκος 88 χρόνων αγρότης από Παρδαλίτσα, Απρίλης 2008)

Όποτε και να πήγαινες στο ιατρείο δεν έβρισκες σειρά, τόσο κόσμο είχε! Μια φορά εκεί που περιμέναμε ήρθε και μια γυναίκα, στο ένα χέρι κράταγε το παιδί και στο άλλο έναν ζωντανό κόκορα με δεμένα τα ποδάρια. Της κάναμε σειρά όλοι επειδή είχε τον κόκορα. Να πάρεις τον κόκορα να τον σφάξεις, της είπε, να φάει το παιδί. Δεν έχει τίποτε, πεινάει το παιδί. Και της έδωσε και κάτι άλλο στο χέρι, μάλλον χρήματα. Μείναμε όλοι με το στόμα ανοιχτό! (Ξενοφών Γκαραμέτσης από Δραμεσιούς, Γιάννενα Νοέμβρης 2007)

Μπήκα μέσα, και μόλις με είδε ο πατέρας μου λέει: Α! ρε Γιωργάκη! Πως με ανακάλυψες; Πως μπήκες; Πως τα κατάφερες; Δεν του είπα τίποτα. Χαιρέτησα και το γιατρό το Σκοπούλη που ήταν γνωστός σε μένα. Γειά σου Γιώργο, μου λέει, πως μας βρήκες; Εγώ δεν μίλησα, μόνο πρόσεξα τις χειροπέδες που ήταν δεμένοι, στο ένα χέρι με το χέρι του άλλου και το άλλο χέρι δεμένο σε μια αλυσίδα σε σιδεριά του φορτηγού. Ο γιατρός είχε ένα χέρι ελεύθερο….
Στα Γιάννενα και ασφαλίτη να ρώταγες, έλεγαν: Α! ο Νίκος Σκοπούλης μάλιστα! Και πήγαιναν κρυφά τα παιδιά τους στο γιατρό…
Ήταν ο οικογενειακός μας γιατρός, και όταν δεν μπορούσαμε να πάμε ερχόταν αυτός στο σπίτι μας. Ήταν αδιανόητο να έρχεται με τα πόδια στο κάστρο και να μην τον πάρουν στο σπίτι τους τρεις – τέσσερις άλλοι άρρωστοι! Μας το έλεγε μετά, με σταμάτησε ο τάδε και ο τάδε…
Μου άρεγε πάρα πολύ να τον κοιτάω… με κείνο το περιποιημένο μουστάκι, το καλοξυρισμένο πρόσωπο, το χτένισμα των μαλλιών του που ήταν πάντα ίδιο!
Πιο πολύ μου έκανε εντύπωση το ήρεμο βλέμμα του, η ηρεμία των κινήσεων του, η νηφαλιότητα και η σταθερότητα του λόγου του. Η ευγενική του συμπεριφορά, ο τρόπος που χαιρετούσε, το μειλίχιο ύφος όταν μιλούσε, λες και σε έκανε να μην μπορείς εσύ να φερθείς διαφορετικά (Γιώργος Μακρίδης, Μαθηματικός, Γιάννενα Αύγουστος 2007)

Από το βιβλίο: "ο Γιατρός" - Γεωργία Σ. Σκοπούλη - ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: