Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Μέρες του 44. Οι απέδω και οι απέκει του Αράχθου. Στο λαϊκό δικαστήριο της Άγναντας


Γράφει ο Γ.Α. Φλώρος στα «Τζουμερκιώτικα Χρονικά» Τεύχος 10 Μάιος 2009

…………..Κι ήρθε ο χειμώνας του 42. Κατά πως μολογάνε, βαρύς κι ασήκωτος, λες και βάλθηκε κι αυτός με σέμπρο τον καταχτητή να ξεπαστρέψει τον ορεινό πληθυσμό των Τζουμέρκων. Για μήνες ασπρίλα απ’ το χιόνι ο τόπος. Για να βγούνε πέρα, πολλοί άλεσαν και τα σπορίσματα ακόμα που ‘χαν φυλαγμένα στις μπακούλες για να τα σπείρουν την Άνοιξη.
Και τα ζωντανά, για μήνες κι αυτά κλεισμένα, τι γάλα να ‘δωναν χωρίς θροφές; Μέχρι και τ’ άχυρα και τα ροκόφλα είχαν σωθεί στις αχυρώνες. Για να μην ψοφήσουν, ροκάναγαν πουρνάρες κι ελατούδες εκεί στα κατώγια των σπιτιών.

Σαν πρασίνισε ο τόπος και λάλησε ο κούκος, η γης έβγαλε λάχανα και τσουκνίδες. Τα ‘βραζαν, τ’ αλεύρωναν και ξεγέλαγαν την πείνα τους. Παρηγοριά, δυο χλιαρές γάλα, πλιότερο για τα παιδιά παρά για τους μεγάλους, που άρχισαν κι έδωναν τα ζωντανά, σαν χόρτασαν κλαρί και χλωροχόρτι.

Ο πόλεμος έκλεισε και τα σχολειά. Τα παιδούρια, σκόρπια εδώ και εκεί σαν τ’ αγρίμια του λόγγου. Χρονκίς ήταν κρεματζούλα στα καρπόκλαρα για να στομώσουν την πείνα τους. Απ’ το Μάη που γλύκαιναν τα σκάμνα και τα κορόμπλα ίσαμε το χινόπωρο που η φύση απλόχερα σκόρπαγε τα λογής λογής καλούδια της.
Ακόμα και αργότερα, στα τέλη του Αη Δημητριού που κίναγαν οι αέρηδες και γκρέμαγαν τις καρύδες που ‘χαν μείνει ξέκλωνα και δεν τις έσωναν οι ράβδες, τα παιδούρια μπορμπολόλαγαν κάτω απ’ τις καριές αναμερίζοντας με τα ποδάρια τους τα καρόφλα.

Κείνο το χειμώνα ξεχείλισε η ανθρωπιά και το φιλότιμο στα χωριά μας. Εκείνοι που κρατιόταν κάπως καλύτερα βοήθησαν όσο μπόρεσαν και τους αδύναμους να ξεχειμωνιάσουν.

Σαν να μην έσωναν αυτά, κείνη τη χρονιά πογώνιασε η Αντίσταση εδώ όπου ο τόπος ήταν ακόμα απάτητος απ’ τον καταχτητή.

Το 43 όμως η ορεινή ταξιαρχία των Γερμανών, ιντελβάις μου φαίνεται πως την έλεγαν, το ‘βαλε να ξεπαστρέψει την αντίσταση στα Τζουμέρκα.
Κίνησε απ’ την Άρτα και τα Γιάννινα και πήρε σβάρνα τα χωριά. Στο διάβα της έκαιγε σπίτια και ξεκλήριζε ανθρώπους.
Οι Τζουμερκιώτες σκόρπισαν και τρύπωσαν στα λόγγα. Σα γύρισαν κάποτε στα χωριά τους βρήκαν καμένα τα σπίτια και ρημαγμένα τα συγύρια τους. Γλίτωσαν μόνο οι μαχαλάδες και τα σπίτια που ήταν κάπως ξώμακρα απ΄ τη στράτα και το βλέμμα του καταχτητή. Ο κόσμος αναγκάστηκε να γίνει από νοικοκύρης, μουσαφίρης σε συγγενολόια στους μαχαλάδες. Οι πλιότεροι ποστρέχιασαν σε καλύβες κι αχερώνες που ‘ χαν στα χωράφια τους, και σε μονόπλατες που ‘στησαν σιμά στα καμένα σπίτια τους.

Όσο για την Αντίσταση, καλά κίνησε απ’ την αρχή με στόχο να πολεμήσει το Γερμανό. Κάπου όμως στη στράτα της μπήκε και το σαράκι και την έκανε κομμάτια και θρύψαλα. Ο αδερφός πολέμησε τον αδερφό …   


Κατά το 44, κάπως τους ήρθαν τα λογικά αφού μέτρησαν τ’ αποκαΐδια  και τη συμφορά που ‘χαν σκορπίσει, συνάχτηκαν οι καπεταναίοι, εκεί στο γεφύρι της Πλάκας κι αποφάσισαν να χωρίσουν την Αντίσταση στα δύο. Σύνορο ο Άραχθος με τους απέκει και τους απέδω. Στο γεφύρι της Πλάκας και Γκόκ’ φυλάκιο οι απέδω, φυλάκιο οι απέκει. Ψυχές μαυρισμένες από μίσος που παράφορα φώλιασε μέσα τους.

Το χωριό βρέθηκε απέδω. Απέδω συντάχθηκαν πάρα πολλοί αντάρτες, όπως τους έλεγαν. Τόσοι που ο τόπος δεν τους χώραγε να ζήσουν και να τραφούν. Το ασήκωτο τούτο βάρος έπεσε στα χωριά μας. Τα σοδήματα που ‘βγαζε ο τόπος δεν έσωναν να κρατήσουν ζωντανούς τους ντόπιους κι όχι να θρέψουν κι αυτό το ανταρτομάνι. Κατά πως λέει κι ο κοσμάκης, όπου υπάρχει η ανέχεια κι η ανάγκη, ξεκαμπάει η γκρίνια με όλα τα άλλα που τη συντροφεύουν.

Συχνά πυκνά ο «υπεύθυνος», συνοδεία ανταρτών αξούριστων για μήνες με φυσεκλίκια χιαστί στο στήθος τους που μόνο η θωριά τους σκόρπαγε λαβούρα, έπαιρνε σβάρνα τα κονάκια και πρόσταζε ορθά κοφτά, «αύριο το μεσημέρι θα φέρεις τόσες κλούρες ζυμωμένο ψωμί και μια τέτζερη βρασμένα φασούλια στην πλατεία του χωριού για τον αγώνα».
Κλαψουρισμένη και με το δίκιο της η απόκριση: «που να το βρω τόσο αλεύρι; Το λιγοστό που ‘χω στο αμπάρι δε σώνει να βγάλω πέρα τα παιδιά μου».
Κάποτε το παρακαλητό έπιανε κι οι κλούρες που θα ζυμώνονταν γίνονταν λιγότερες.
Σαν τύχαινε και ο «υπεύθυνος» ήταν ζαβός, αλίμονο στη νοικοκυρά. Η προσταγή άκαρδη και σκληρή: «μην τα φέρνεις, και το ρημαδιακό σου θα γίνει λαμπάδα και θα π’ρώνεσαι». Άσοτα τα βάσανα του κοσμάκη…


Τώρα που πήγαιναν οι λίρες και τα χρειαζούμενα για τον Αγώνα που ‘ριχναν τις νύχτες τα συμμαχικά αεροπλάνα στον καμπούλη του χωριού μας και στ’ άλλα χωριά, ποτέ δεν μαθεύτηκε.
Ούτε και κάποιοι από τους καπεταναίους που ΄γραψαν απομνημονεύματα, μας είπαν γιατί τότε σύμμασαν τόσο ανταρτομάνι απέδω απ’ τον Άραχθο κι αξίωναν απ’ τους κακομοιριασμένους Τζουμερκιώτες να τους ταΐσουν.

Κατά πως μολογάνε, απέκει απ’ τον Άραχθο τα πράγματα ήταν καλύτερα. Πολύ λιγότεροι οι αντάρτες. Τα χρειαζούμενα έφταναν πιο εύκολα. Σιμά ήταν ο κάμπος των Ιωαννίνων, του Καναλακίου και της Άρτας ακόμα. Πέρα απ’ αυτό στην Κέρεντζα τα συμμαχικά υποβρύχια ξεφόρτωναν  άκοπα ειδήσματα για την Αντίσταση.

Πολλοί φαμπλίτες απ’ το χωριό μας κι απ’ τα άλλα χωριά που ‘χαν στραγγίσει απ’ την ανέχεια, ρίχτηκαν απέκει απ’ τον Άραχθο μπαίνοντας σε χίλιους κινδύνους.
Ο δρόμος για στάχυα στο θεσσαλικό κάμπο είχε κλείσει. Όποιος ξαποφάσιζε για κει σαν τύχαινε κι έπεφτε στα χέρια των Γερμανών δε ματαγύρναγε. Τον κρέμαγαν στα τηλεγραφόξυλα για κατάσκοπο.

Όσοι κατάφεραν και διάβηκαν απέκει απ’ τον Άραχθο άλλαξαν κι επάγγελμα. Από κτίστες και μαραγκοί που ήταν οι πλιότεροι, βαφτίστηκαν καλατζήδες (γανωτές).
Ανέχεια απ’ τη μια, ανάγκη απ’ την άλλη πορεύτηκαν αντάμα. Τ’ αγγειά ήταν τότε χαλκοματένια. Έτσι με τον καιρό ξεκαλαλίζονταν, το φαΐ γίνονταν δηλητήριο. Για να ματαγίνουν χρειαζούμενα, ήταν ανάγκη να καλαλιστούν.

Ο χωριανός ο Γιώργης κι ο αδερφός του ο Κώστας ήταν από πάππο προς πάππου γανωτές. Σύμμασαν και κάποιους άλλους απ΄ το χωριό, χτίστες, μαραγκούς, που πέταξαν τα τσόκια και τα μστριά και έφτιαξαν παρεούλα. Μαζί τους πήγε και ο πατέρας μου.

Σα διάβηκαν το ποτάμι, άδραξαν το μαχαλοσάκι και τη μαχαλιώρα και πήραν σβάρνα τα χωριά και γάνωναν τα χαλκώματα. Η πληρωμή σε είδος. Ό,τι ήταν για πόρεψη, στάρι, καλαμπόκι, αρτμή, βούτυρο και σπορίματα.

……………………………………………………..

Οι καλατζήδες με τα σύνεργα φορτωμένα στο γαιδουράκι του μπάρμπα Γιώργη γύριζαν τα χωριά καλαλίζοντας τ’ αγγειά. Το σόδεμα το μοιράζονταν κι ο καθένας το σιγούρευε προσωρινά σε φίλους ή σε κουμπάρους που ‘κανε στα χωριά που διάβαιναν. Σα γίνονταν φόρτωμα, ζαλίγκα το κατέβαζαν φορτωμένοι στην απέκει μεριά του γιοφυριού του Γκόκ’. 
Οι γυναίκες που ‘χαν λάβει το χαμπέρι καρτέρεγαν στην απέδω μεριά. Εκεί, στη μέση του γιοφυριού, οι άντρες παρέδωναν το σόδεμα στις γυναίκες τους παρουσία των φρουρών των φυλακίων και τίποτα άλλο. Από κει, περπατώντας σε μεγάλη ανηφόρα για ώρες, έσωναν κάποτε στο χωριό με το σόδεμα.

Μια απ’ αυτές τις φορές με πήρε μαζί της η μάνα μου, παιδούρι τότε εφτά χρονών. Σα φτάσαμε στη μέση του γιοφυριού, ο πατέρας μου χάλεψε και πήρε άδεια απ’ τον καπετάνιο της απέδω μεριάς να με πάρει για λίγες μέρες απ΄ την απέκει μεριά, μιας και είχε κανά εξάμηνο να με δει. Έτσι κι έγινε.

Άξαφνα, σε κανά δυο μέρες ξεκάμπισαν στο σπίτι μας στο χωριό δυο αντάρτες και αξίωσαν απ’ τη μάνα μου να τους ακολουθήσει μέχρι το «φρουραρχείο»  του χωριού. Εκεί ο «φρούραρχος» την πρόσταξε να μην το κουνήσει απ’ το σπίτι της γιατί σε δυο μέρες θα πέρναγε από λαϊκό δικαστήριο στην Άγναντα για κατασκοπεία.

Ο πατέρας μου, που του ‘στειλαν το χαμπέρι, με κατέβασε στο γιοφύρι του Γκόκ’ και με παρέδωσε στο «σύνδεσμο». Αυτός είχε την εντολή να με παραλάβει και να με παραδώσει στο χωριό. Ο «σύνδεσμος» ήταν γείτονάς μας και τον αγγάρεψαν.
Κατά πως έλεγε η μάνα μου, ήταν καλός και πονόψυχος άνθρωπος. Κάθε φορά που απόσωναν τα ποδάρια μου απ’ το περπάτημα, σταμάταγε να ξαποστάσουμε. Ο δρόμος ήταν μπηχτά ανηφόρα, κι ο ίδιος κοντανάσαινε.

Την άλλη μέρα, συνοδεία των ανταρτών απ’ την πλατεία του χωριού μας πήραμε τη στράτα για την Άγναντα. Μαζί μας ήταν θυμάμαι η γιαγιά μου η Μαριγούλα και η θειάκω η Τάκαινα και η Βασίλαινα, η γυναίκα του μπάρμπα Γιώργη του γανωτή, η ανεψιά της γιαγιάς μου η Καλλιόπη και άλλες γυναίκες.

Στην Άγναντα ήταν κι άλλοι «κατηγορούμενοι» από άλλα χωριά. Ήρθε κάποτε και η σειρά μας. Ακούσαμε απ΄ το «δημόσιο κατήγορο» την κατηγορία: Κατασκοπεία!
Καλά εγώ, παιδούρι και δεν καταλάβαινα, αλλά μήπως νόγαγε και η μάνα μου;
Πρώτη φορά άκουσε φαίνεται τη λέξη κατασκοπεία.
Έδωσε πήρε ο «λαϊκός δικαστής» να την κάνει να καταλάβει πόσο σοβαρό ήταν το έγκλημα που έκανε και πως έπρεπε να δώσει λόγο.

--Μάζωξες πληροφορίες για το πόσοι είμαστε. Τι όπλα και πολεμοφόδια έχουμε και τις θέσεις των ανταρτών. Με σημείωμα που έστειλες με το παιδί σου στον άντρα σου, που ‘ναι απέκει απ΄ το ποτάμι, πρόδωκες τον αγώνα στον οχτρό.

-- Τι λες χριστιανέ μου; Δεν ξαδιάζω να κάτσω ψίχα να ξαποστάσω. Δυο παιδιά κι ένα γέροντα άρρωστο έχω στο σπίτι, πράματα να ταΐσω, χωράφια να τσαπίσω, ξύλα να κουβαλήσω να φτιάξω στιβανιά για το χειμώνα κι εσύ μ’ γίνεσαι πως άλλη συλλοή δεν έχω απ’ το να κουσεύω στις ράχες και να μετράω τσ’αντάρτες και τα ντφέκια τς;

---Καλά γι αυτά θα ειδούμε. Γιατί αρνήθηκες να δώκεις για τον αγώνα στον υπεύθυνο του χωριού σου τις λίρες που ‘χε μέσα στο σόδεμα ο άντρας σου;

-- Τι μολογάς χριστιανέ μου; Ο άντρας μου καλατζής είναι κι όχι καπετάνιος. Καλαλίζει χαλκώματα και πληρώνεται μ’ ένα πιάτο γένμα. Μέρες κάνει να γίνει φόρωμα. Το κουβαλάω ζαλίκι εγώ απ΄του Γκοκ στο χωριό, να ταίσω τη φαμπλιά μ’. Απ΄αυτό ζμώνω κλούρες και τρώτε κι εσείς.

Εγώ, πιασμένος απ’ το μπαλωμένο φστάνι της μάνας μου θα ‘χα φαίνεται κατακιτρινίσει, γιατί ο «δικαστής» μου ‘πε «μη σκιάζεσαι παιδί μ’ .  Πες μας μήπως η μάνα σου, έραψε μέσα στο γκολφ κανένα γράμμα και σαν πήγες από πέρα το πήρε ο πατέρας σου; Ή μήπως στο ‘ραψε στην τεράντζα απ’ το παντελονάκι σου;»     

«Όχι», του είπα, «δε μόραψε τίποτα η μάνα μ’» Τότε ο «δικαστής» είπε: «το παιδί να το δώσετε στη γιαγιά του κι η μάνα να κρατηθεί μέχρι να τελειώσουν οι δίκες».
Η μάνα μου φώναξε: «τι λες χριστιανέ μου, άφησε με να πάω στο χωριό. Δε γλεπς που δειλίνιασε κι έχω κλεισμένα τα πράματα και νηστικούς το παιδί και το γέροντα;»

Σημασία δεν της έδωσαν. Ένας αντάρτης την πήγε στο κρατητήριο. Σαν άκουσαν οι γύρω την απόφαση, κάτι μουρμούρισαν. Ξεχώρισα μόνο μια λέξη που ‘μεινε: «χαρχαρούδια τ’σ ».
Εμένα με σύμμασε η γιαγιά μου και κάτσαμε παράμερα. Η γιαγιά μου περίμενε ν’ ακούσει την απόφαση για την κοπέλα της και για τη νύφη της. Η απόφαση η ίδια, να κρατηθούν. Η κατηγορία ήταν άρνηση να δώσουν λίρες για τον αγώνα.
Η γιαγιά μου ήταν τυχερή, δεν πέρασε από δίκη. ΄Ενας απ΄τους αντάρτες της πήρε μια μαντανία καινούργια του νερού, που φορτωμένη πανωσίγκωνα και την απάλλαξε απ’ τη δίκη.

Σαν βασίλεψε ο ήλιος, ήρθαν εκεί που καρτερούσαμε, η μάνα μου κι οι δυο οι θείες μου. Και πήραμε τη στράτα του γυρισμού για το χωριό.
Η μάνα μου βόγγαγε συνέχεια και δυσκολεύονταν να πάρει ανάσα, γιατί της έσπασαν ένα πλευρό και τρία δάχλα απ’ το δεξί της χέρι.
Την ίδια τύχη είχαν και οι υπόλοιπες. Ό,τι είχε γίνει εκεί στο κρατητήριο – κολαστήριο στην Άγναντα, το μολόγαγαν σ’ όλη τη στράτα ίσαμε το χωριό.
Η γιαγιά μου καταριόταν καπ’ και που τον καπετάνιο απ’ το χωριό μας, το μπάρμπα Νίκο, που ήταν εκεί, που γνώριζε τα πάντα για τις γυναίκες, μάλιστα η μάνα μου τον είχε δεύτερο ξάδερφο, και όχι μόνο δεν πήρε το λόγο, το φχαριστιόταν κιόλας.
Την Καλλιόπη την έφεραν την άλλη μέρα στο χωριό σε κουβέρτα.

Κατά πως  μολόγαγαν, κι απέδω και απέκει, τα ίδια. Σωμό τα βάσανα του κοσμάκη δεν είχαν.

Μαύρα χρόνια κι άλαλα, ποτές μην ματαρθύν.              

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Όταν οι ουρές για τον Ένφια, γίνουν ουρές για την Ψήφο



Στην αρχή κάνανε λάθη, τα οποία δεν ήτανε λάθη, ήτανε απόπειρα αρπαχτής.
Να στείλουμε φουσκωμένα εκκαθαριστικά, να αρπάξουμε μισό δισ. παραπάνω κι αν μας καταλάβουνε, θα μιμηθούμε τους κλεφτοκοτάδες, που κρύβουνε την κότα στο παλτό και λένε ότι τα φτερά που προεξέχουν είναι από το πιπουλένιο πάπλωμα που μαδάει.
Οι κλεφτοκοτάδες πιάστηκαν στα πράσα, έκρυψαν όπως - όπως τα πίπουλα, έκαναν κάποιες μικροαλλαγές και μετά έβγαλαν τα εκκαθαριστικά στις 22 Σεπτεμβρίου για να πληρωθούν μέχρι τις 30 του μηνός.
Κάποια εκκαθαριστικά βγήκαν αργότερα, λόγω προβλημάτων του ΤΑΧΙS, οπότε ο φορολογούμενος είχε... πέντε με εφτά εργάσιμες για να βρει λεφτά και να πληρώσει την πρώτη δόση. Να κόψει τον λαιμό του να βρει λεφτά εκεί στο τέλος του μηνός, όταν έχουν τελειώσει οι μισθοί, οι συντάξεις, τα επιδόματα.
Τον έκοψαν τον λαιμό τους οι φορολογούμενοι και στήθηκαν Δευτέρα - Τρίτη στις ουρές να πληρώσουν τον φόρο. Ατέλειωτες οι ουρές έξω από τις τράπεζες, τις έβλεπαν οι μανδαρίνοι και, αντί να συμπονούν, χαίρονταν.
Να τα, τα πουλάκια μου, με το που βαρέσαμε το γκονγκ στήθηκαν στην ουρά να πληρώσουν τον ΕΝΦΙΑ με τους ώμους σκυφτούς και τα μάτια στο πάτωμα.
«Πέντε χρόνια έχουν περάσει και μας φοβούνται ακόμη, ρε Βαγγέλη, δες τους πώς ξεροσταλιάζουν στις ουρές».
Δώστε, ρε παιδιά, μια παράταση, να μην ταλαιπωρείται ο κόσμος, φώναζαν τα μίντια, ακόμη και τα συστημικά.
Μούγκα οι μανδαρίνοι, ούτε φωνή, ούτε παράταση.
Επίτηδες το έκαναν, ανθρωπολογικό πείραμα διεξήγαγαν, να κάθεται ο άλλος τέσσερις ώρες στην ουρά, να αναβλύζουν οι τοξίνες του φόβου, να ναρκώνεται το πνεύμα και το σώμα.
Αλλά κι εμείς, ρε παιδάκι μου, πολύς φόβος, πολλή νομιμοφροσύνη. Εκεί, να τρέξουμε πέντε μέρες μετά την παραλαβή του εκκαθαριστικού να πληρώσουμε έναν φόρο που βλαστημάμε νυχθημερόν.
Στριμωχτήκαμε μέχρι το μεσημέρι στις τράπεζες και μέχρι το βράδυ στα ταχυδρομεία, μη χάσουμε την προθεσμία και πληρώσουμε το πρόστιμο. 0,73% ήταν το πρόστιμο, 73 λεπτά στη δόση των 100 ευρώ, 1,46 ευρώ στη δόση των 200, ποσά ασήμαντα μπροστά στη συνολική αφαίμαξη.
Δεν ήταν το πρόστιμο που στρίμωξε τους ανθρώπους στις ουρές του ΕΝΦΙΑ.
 Ήταν το δέος απέναντι σε ένα αδίστακτο και απάνθρωπο καθεστώς, που κάνει ό,τι μπορεί για να δείξει ότι είναι αδίστακτο και απάνθρωπο.
Κόβει νερό, ρεύμα, τηλέφωνο, βάζει πρόστιμα και χειροπέδες, ανοίγει τραπεζικούς λογαριασμούς κι άμα σφίξουν τα πράγματα, ανοίγει και κανένα κεφάλι.
Οι ουρές των τραπεζών θα συνεχίσουν να μεγαλώνουν, μέχρι να συναντηθούν με τις ουρές των εκλογικών τμημάτων.
Τότε ο ΕΝΦΙΑ θα γίνει η δεύτερη Αμφίπολη κι όταν την ανοίξουν, θα βρουν μέσα τα πολιτικά σκέλεθρα του Σαμαρά και του Βενιζέλου.
Και το χειρότερο γι' αυτούς είναι ότι εφεξής θα τους εκπροσωπεί η Παναγιωταρέα. Εις το διηνεκές.


Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη

Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Ο Ένφιας ο κατεδαφιστής . . .

           
Διορθώσεις και ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ προανήγγειλε το υπουργείο Οικονομικών με μακροσκελέστατη ανακοίνωση, αναγνωρίζοντας λάθη στον υπολογισμό του κυρίως λόγω του ότι ο φόρος αυτός εφαρμόζεται για πρώτη φορά.

Χωριά ολόκληρα ανά την επικράτεια «καίει» ο ΕΝΦΙΑ, καθώς ο φόρος υπολογίστηκε με αντικειμενικές αξίες έως και δέκα φορές πάνω από τις πραγματικές.

Πέραν των λαθών που οφείλονται σε παραλείψεις φορολογουμένων, με κλασικότερη όλων να μην έχει δηλωθεί ο όροφος ενός διαμερίσματος, οπότε ο φόρος να υπολογίζεται ωσάν το διαμέρισμα να ήταν στον έκτο, με τον υψηλότερο συντελεστή, παρατηρούνται φαινόμενα όπου σε ακίνητα στα μπετά δεν έχει περάσει η έκπτωση του 60% που προβλέπεται για ημιτελή κτίσματα ή σε περίπτωση συνιδιοκτησίας τα εκατοστά συμμετοχής στο ακίνητο αθροιζόμενα ξεπερνούν το 100%.

Χαρακτηριστικά τα παραδείγματα που αναφέρουν Τα Νέα: Σε προϊστάμενο Εφορίας στο κέντρο της Αθήνας για ένα σπίτι το οποίο κατέχει 50-50 με τη σύζυγό του χρεώθηκε ΕΝΦΙΑ για το 50% στη σύζυγο και 100% για τον ίδιο. Ετσι ο φόρος που βεβαιώθηκε αντιστοιχεί σε ενάμισι σπίτι.

Το πιο εκτεταμένο φαινόμενο είναι αυτό που αφορά οικόπεδα της περιφέρειας, για τα οποία δεν υπάρχει συντελεστής οικοπέδου ή συντελεστής αξιοποίησης οικοπέδου.

Ετσι, ο φόρος υπολογίστηκε με βάση τις αντικειμενικές αξίες των πλησιέστερων πόλεων και εκτοξεύθηκε στα ύψη.

Newsroom ΔΟΛ
 ……………………………………..


«Η απόρριψη του αιτήματος της ΠΟΜΙΔΑ για μειωμένο φόρο στα κενά-ξενοίκιαστα ακίνητα, σε συνδυασμό με τις τεράστιες προσαυξήσεις των επιφανειών ημιυπαιθρίων και αυθαιρέτων και των εκτός σχεδίου ακινήτων που περιλήφθηκαν στις διορθωτικές δηλώσεις Ε9, θα οδηγήσει σε βεβαίωση ποσών του διπλού αυτού φόρου που θα αγγίξουν ακόμη και τα 5 δισ. έναντι του εισπρακτικού στόχου των 2,65 δισ. ευρώ» εκτιμά το επιτελείο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ).

Σε ανακοίνωση της ΠΟΜΙΔΑ αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:

«Την Τετάρτη, 30/7 έκλεισε η ηλεκτρονική πύλη για τις διορθώσεις του ΕΝΦΙΑ, ώστε να αρχίσει η διαδικασία υπολογισμού του φόρου για κάθε φορολογούμενο. Τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ δεν θα ταχυδρομηθούν στους ενδιαφερόμενους, αλλά θα αρχίσουν να αναρτώνται στο taxisnet σταδιακά από την 1η Αυγούστου και η εκκαθάριση θα ολοκληρωθεί εντός του ίδιου μήνα για τους περίπου 7 εκατομμύρια φορολογούμενους που θα κληθούν να πληρώσουν τον διπλό αυτόν φόρο, σε πέντε ισόποσες μηνιαίες δόσεις με την πρώτη δόση έως το τέλος Αυγούστου, και με έκπτωση 1,5% σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης έως το τέλος Αυγούστου.

» Όσοι ιδιοκτήτες δεν μπορέσουν να ανταποκριθούν στις αστρονομικές υποχρεώσεις που θα τους επιβληθούν από τον δημευτικό αυτόν φόρο, απειλούνται με τις εξής εξοντωτικές συνέπειες που έχουν συσσωρευθεί με παλαιότερες και πρόσφατες απαράδεκτες νομοθετικές ρυθμίσεις:

» 1. Άρνηση χορήγησης φορολογικής ενημερότητας.

» 2. Κατάσχεση τυχόν ενοικίων τους στα χέρια των ενοικιαστών τους.

» 3. Κατάσχεση του περιεχομένου του τραπεζικού λογαριασμού τους.

» 4. Εγγραφή κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας τους στο υποθηκοφυλακείο.

» 5. Δημοσίευση προγράμματος και εκπλειστηριασμός των ακινήτων τους.

» Ειδικότερα, όσοι αδυνατούν να καταβάλουν φόρους που υπερβαίνουν τις 50.000 ευρώ, ακόμη και αν δεν έχουν υποπέσει στην παραμικρή φορολογική παράβαση, θα αντιμετωπίσουν επιπροσθέτως και:

» 6. Άσκηση σε βάρος τους ποινικής δίωξης για μη εξόφληση χρεών προς το δημόσιο, με προβλεπόμενες πολυετείς ποινές φυλάκισης.

» 7. Αποστολή αναφοράς στην 'Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες' (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος), προκειμένου να επιληφθεί για περαιτέρω έρευνες που μπορεί να εκτείνονται και μέχρι το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών των οφειλετών και τον εξονυχιστικό έλεγχο των κινήσεων (αναλήψεων-καταθέσεων) των τελευταίων ετών, και ποινικές κυρώσεις έως και κακουργηματικού χαρακτήρα».
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ



Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

Το γράμμα του παππού μου - της Νίνας Γεωργιάδου



Το γράμμα του παππού μου

Εξαιρετικό βίντεο της Νίνας Γεωργιάδου στην alfavita

Βασισμένη στα γράμματα του παππού μου, Γεώργιου Κουρμούλη Γεωργιάδη, που άφησε τα τέσσερα δάχτυλα του δεξιού του χεριού στις σιδηροτροχιές της Αμερικής, ως μετανάστης.

Σήμερα, που το φάντασμα του φασισμού πλανιέται πάνω απ' την Ευρώπη, ασελγεί, συνολικά πάνω στην ανθρώπινη ουσία αλλά και πάνω στη μεταναστευτική ιστορία του τόπου μας. Όσα ανθρωποειδή τον ακολουθούν. υποδύονται τους καλους πατριώτες και χριστιανούς, φτύνοντας συνολικά την ιστορία του λαού μας και ξεχνώντας τα λόγια του Ιωσήφ προς τον Πιλάτο.

" Δος μοι τούτο τον ξένο, τον εκ βρέφους ως ξένο, ξενωθέντα εν κόσμω. Δος μοι τούτο τον ξένο, όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς τε και ξένους. Δος μοι τούτο τον ξένο, ος, ως ξένος ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίναι".

Σήμερα που τα παιδιά μας παίρνουν ξανά το δρόμο της ξενητιάς, πρέπει να αναδείξουμε τη μεταναστευτική μας ιστορία για να αποστομώσουμε τους ξενοφοβικούς, τους ρατσιστές και τους εκκολαπτομένους φασίστες.


Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Στην τράπεζα σφάζουν αρνιά και στη Βουλή πρατίνες

Στην τράπεζα σφάζουν αρνιά και στη Βουλή κριάρια

- Έχει πολύ πλάκα ο κύριος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου. Το 2009 που το ΠαΣοΚ κέρδισε στις ευρωεκλογές τη ΝΔ, είδε δυσαρμονία. Τώρα που ο ΣυΡιζΑ κέρδισε τη ΝΔ με την ίδια διαφορά βλέπει πλήρη αρμονία.

- Ντροπή, λέει, στον ΣυΡιζΑ που φέρνει σε δύσκολη θέση τον κύριο Παπούλια, ζητώντας του εκλογές. Ενώ το 2009 όταν εκείνος ζητούσε από τον κύριο Παπούλια εκλογές, ήταν τιμή μου και καμάρι του.

- Τώρα, θέλει να καταργήσει το μπόνους των 50 εδρών του πρώτου κόμματος. Θα προτείνει μπόνους 150 εδρών στο κόμμα που αρχίζει από Ελ- και τελειώνει σε –ια ή που αρχίζει από Πα- και τελειώνει σε –σοκ.

- Επίσης, όποιο κόμμα αρχίζει από Συ- και τελειώνει σε –ριζα ή που αρχίζει από Κ- και τελειώνει σε –ΚΕ θα χάνει 50 έδρες. Τα παραπάνω επιτάσσει η εφαρμογή των άρθρων του Συντάγματος.

- Τρέμετε κεφαλαιοκράτες, ψάξτε για ωρυλάδες, ξεθάψτε τα γενόσημα, επανέρχεται ο Αντρέας Λο στην κυβέρνηση. Θα αρχίσει την κλάψα και η τσιρίδα θα πάει σύννεφο. Ρίκκσυ τυμπάνων θα πάθουμε.

- Ε! Αφού τα πήγε καλά ο άνθρωπος ως υπουργός υγείας, ήρθε να προσφέρει τις υπηρεσίες του, σ’ αυτούς που ξέρει καλά τόσα χρόνια τώρα. Άλλαξε ο Μανωλιός και άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε.

- Το σημερινό απόγευμα είναι μαύρο. Παραιτήθηκε ο Θείος Φώτης. Και να πεις ότι δεν του το είπα; Θα έχεις την κατάληξη του Καρατζαφέρη, του έλεγα όταν ήταν στην κυβέρνηση. Τίποτα εκείνος. Άκουγε μόνο τον Ψαριανό!

- Φεύγει ο Στουρνάρας που τελικά μένει. Ή δεν βρέθηκε αντικαταστάτης ή δεν ήθελε κανένας να πάρει τη θέση του. Πάντως ο ΣΕΒ ψηφίζει ΕΕ και ευρώ ως μονόδρομο ασφάλειας. Ασφάλεια στη συνέχιση της κερδοφορίας.

- Επιτέλους δόθηκε στο λαό η τράπεζα θεμάτων και έχει απ’ όλα. Θέματα δύσκολα έως πολύ δύσκολα, θέματα λανθασμένα, θέματα με ελλείψεις χωρίς τον απαιτούμενο έλεγχο λόγω έλλειψης χρόνου.

- Και από την ιστοσελίδα των ιδιοκτητών φροντιστηρίων θα ανακοινώνονται φέτος τα θέματα των πανελλαδικών. Οι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων αγαπημένοι θεσμικοί εταίροι του Αρβανιτόπουλοι και οι μόνοι θαυμαστές του.

- Θα μου πείτε, τα φροντιστήρια είναι μια πραγματικότητα και δεν μπορεί να τα παρακάμψει, γι’ αυτό κάνει ότι μπορεί για να τα ενισχύσει και να τα εδραιώσει.

- Θα μου πείτε πάλι, ότι και το «Νέο Σχολείο» με την τράπεζα θεμάτων έγιναν γρήγορα, χωρίς καμία προετοιμασία, ότι μέχρι το Μάρτιο δεν ήξερε κανένας τι θα γίνει. Είναι μια πραγματικότητα. Όχι όμως για τον υπουργό.

- Εντάξει, οι μαθητές της φετινής Α λυκείου είναι πιο αδικημένοι από αυτούς της Γ γυμνασίου αφού την τράπεζα θεμάτων θα την έχουν «δική τους» μόνο για τρεις μέρες ενώ οι άλλοι για μια σχολική χρονιά.

- Όμως, τίποτα δεν έγινε τυχαία από τον υπουργό. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν πως η ζωή κρύβει αδικίες και δυσκολίες τις οποίες πρέπει να παρακάμπτουν φεύγοντας. Ας φύγουν από το λύκειο, δεν πειράζει.

- Οι σχολές μαθητείας είναι εκεί και τους περιμένουν. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν πως το μόνο που σου δίνει αξία και σου ανοίγει δρόμους είναι τα λεφτά. Χωρίς λεφτά, είσαι ένα τίποτα και ένα τίποτα δεν έχει όνειρα.

- Το σύστημα με την τράπεζα θεμάτων μπάζει σαν σουρωτήρι. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι δεν συναγωνίζονται ΟΛΟΙ οι μαθητές στα ΙΔΙΑ θέματα το καθιστά αναξιόπιστο και τυχερό. Το λόγο έχει ο ΟΠΑΠ.

- Ο υπουργός παιδείας, δεν ρώτησε κανέναν για το Νέο Σχολείο, δεν ρώτησε κανέναν για την τράπεζα, δεν ρώτησε κανέναν για την εξεταστέα ύλη.

Δεν θα στενοχωρηθεί κανένας που θα φύγει.


 Γράφει ο Σατυρόπροκος στην alfavita

Σε ατραπούς πλαστών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών



Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Χαρχουδική Δημοκρατία με τον Χαρχούδα Αρχηγό




Σύμφωνα με τον Δημήτρη Μαραγκόπουλο, «...Η Λιλιπούπολη υπήρξε ένα πρόγραμμα τολμηρό και ανατρεπτικό για την εποχή του σε όλα τα επίπεδα, απ' το πολιτικό μέχρι το οικολογικό...». Την περίοδο εκείνη, σύμφωνα με το σενάριο της σειράς, ο Δυστροπόπιγκας, ένας από τους ήρωες της σειράς, αποφάσισε να διεκδικήσει την εξουσία της Λιλιπούπολης από τον δήμαρχό της Χαρχούδα.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε πολιτικά προβλήματα.

Ο Χαρχούδας συνδέθηκε με τη Δεξιά Κυβέρνηση ενώ ο Δυστροπόπιγκας με την Αριστερά αντιπολίτευση.
Τα κόμματα, κυρίως η τότε Κυβέρνηση, και μία μερίδα του Τύπου άρχισαν να σχολιάζουν έντονα την σειρά, κατηγορώντας την ως κομμουνιστική προπαγάνδα.
Η αντίδραση από τους Τσαλδάρη και Λαμπρία ήταν έντονη, ενώ ο Αβέρωφ είχε δηλώσει: «Ακούμε τη "Λιλιπούπολη" και νομίζουμε ότι ακούμε Ράδιο Μόσχα!».
Η επερώτηση στη βουλή του Τσαλδάρη οδήγησε τον Κυρ στη δημιουργία της δικής του «Τσαλδαρούπολης».

 Ο Νίκος Κυπουργός αναφέρει πως κανένας από τους συντελεστές «...δεν φανταζόταν ποτέ ότι η εκπομπή θα έβρισκε τόση απήχηση...», ενώ ο Μαραγκόπουλος προσθέτει πως: «...Αυτό που κυρίως ενόχλησε ήταν οι συχνές αναφορές στην επικαιρότητα. Μπορεί να μην κάναμε επιθεωρησιακή εκπομπή, ωστόσο οι διάλογοι που έθιγαν τις σχέσεις των παιδιών με τους γονείς ή με την κοινωνία θεωρήθηκαν ιδιαιτέρως τολμηροί...»
 Ταυτόχρονα το μεγάλο κόστος παραγωγής της εκπομπής, η οποία απαιτούσε συνέχεια νέα τραγούδια και ζωντανές ηχογραφήσεις επιβάρυνε το κλίμα.
Αντίθετα με την όλη κατάσταση, ο Χατζιδάκις προστάτευε τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά την εκπομπή.
Σε κείμενό του είχε χαρακτηρίσει τη «Λιλιπούπολη»:

        γέννημα μιας φιλελεύθερης και πειραματικής ραδιοφωνίας από τη μία, του Τρίτου Προγράμματος, και από την άλλη μιας ομάδας νέων ανθρώπων με πολύ ταλέντο που συγκεντρώθηκαν στο Τρίτο και δούλεψαν ελεύθερα, με κέφι, με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό. Αυτό βέβαια δεν στάθηκε εμπόδιο στο να εξοργιστεί η αντιδραστική παραδημοσιογραφία του ελληνικού Τύπου που χαρακτήρισε τη "Λιλιπούπολη"... κομμουνιστική. Ίσως γιατί πρώτη φορά κάποιοι μιλούσαν στα παιδιά υπεύθυνα με καθαρή ποιητική γλώσσα. Θίγοντας (με τον τρόπο αυτόν) θέματα που βασανίζουν και πονάνε τον τόπο και όχι ως εκπαιδευτικοί ή γονείς ανόητοι που συμπεριφέρονται στα παιδιά λες και αποτείνονται σε υπανάπτυκτους και ατελείς οργανισμούς με θέματα ανώδυνα και γλώσσα απονεκρωμένη και συμβατική   

Η σειρά τελικά άντεξε μέχρι το 1980. Από τις εκπομπές 3 χρόνων διασώθηκαν μόνο 74.
Στα τέλη της ίδιας χρονιάς κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ο δίσκος με τα τραγούδια της. Ερμηνεύουν οι Σπύρος Σακκάς, Αντώνης Κοντογεωργίου, Σαβίνα Γιαννάτου, Λένα Πλάτωνος και Μαριέλλη Σφακιανάκη. Οι συνθέσεις ανήκουν στους Λένα Πλάτωνος, Δημήτρη Μαραγκόπουλο και Νίκο Κυπουργό, σε στίχους Μαριανίνας Κριεζή συνοδευόμενοι από τα μουσικά σύνολα της ΕΡΤ.

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Σεισμός 5 R, νοτιοανατολικά των Αγίων Σαράντα

Σεισμός με μέγεθος 5 R έγινε στις 3.55 το πρωί, με επίκεντρο 14km νοτιοανατολικά από τους Αγίους Σαράντα, 
30 km βόρεια της Ηγουμενίτσας, 
26 km βορειοανατολικά της Κέρκυρας.
Είχε εστιακό βάθος 10 km – Συντεταγμένες 20,2E  39,8N



Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Χωρίον Λυγγιάδες Ιωαννίνων... Μια παλιά ενθύμηση από τον ναό του Αγ. Γεωργίου

Από τα "Ηπειρωτικά Χρονικά", 1934, άρθρο του Γυμνασιάρχη της Ζωσιμαίας Σχολής Χρίστου Σούλη (1892-1951) (Ψηφιακή Βιβλιοθήκη του Εργαστηρίου Ερευνών Νεοελληνικής Φιλοσοφίας του Παν. Ιωαννίνων)

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

Οι Λιγκιάδες στις φλόγες 3 Οκτωβρίου 1943

Τοποθεσία του εγκλήματος: Λυγκιάδες Ιωαννίνων

Ημερομηνία του εγκλήματος: 3 Οκτωβρίου 1943

Κατηγορίες: τραυματισμοί, εκτελέσεις, πυρπόληση του χωριού, λεηλασίες, κατάσχεση ζώων, απανθράκωση ανθρώπων, κακοποιήσεις, τυφεκισμοί 40 παιδιών

Κατηγορούμενοι:
1)      Λαντς Χούμπερτ, στρατηγός, διοικητής του ΧΧΙΙ ου Ορεινού Σώματος Στρατού
2)      Μάγιερ, ταγματάρχης
3)      Φον Στέττνερ Βάλτερ, υποστράτηγος, διοικητής της 1ης Μεραρχίας ορεινών καταδρομών
4)      Μπάουερ Κάρλ, αξιωματικός από το Μόναχο
5)      Υποδιοικητής του Μπάουερ με μικρό όνομα Χανς
6)      Λέδι ή Λέντι, λοχαγός
7)      Σχιούμαχερ Καρλ ανθυπολοχαγός από τη Βαυαρία – ίσως ο πιο αμέτοχος – για να καλυφθούν και οι πραγματικοί ένοχοι. Ο Καρλ Σχιουμάχερ είχε αρνηθεί να πάρει μέρος στην «επιχείρηση» στους Λιγκιάδες και εκείνη την ημέρα έκανε τον άρρωστο.  

Διοικητής της μονάδας (εφεδρικό τάγμα 79)  που αιματοκύλισε τους Λιγκιάδες ήταν ο Άλφερντ Σρέπελ.
Ο Φραγκ Μάγερ (συγγραφές του Αιματοβαμμένου Εντελβάις) εντόπισε τον Σρέπελ, αλλά καμιά εισαγγελία στη Γερμανία δεν άρχισε ποτέ προκαταρτικές έρευνες για τη δράση του στην Ελλάδα. Έτσι δεν ασκήθηκε καμιά ποινική δίωξη ενεντίον του.

Ο κύριος υπεύθυνος στην Ήπειρο, ο στρατηγός Χούμπερτ Λαντς, καταδικάστηκε το 1948 στη Νυρεμβέργη από αμερικανικό στρατοδικείο σαν εγκληματίας πολέμου σε δώδεκα χρόνια φυλάκιση. Μετά από λίγο όμως του απονεμήθηκε χάρη. Βγήκε από τη φυλακή το 1952.

Οι πρώτες ανακρίσεις για τα Εθνοσοσιαλιτικά Εγκλήματα Βιαιοπραγιών – Ελληνικά Θέματα, ξεκίνησαν από την εισαγγελία του Μονάχου το 1957. Μεταξύ τους βρισκόταν και προανακριτικές έρευνες εναντίον του στρατηγού Λαντς.
Μα όλες οι ανακρίσεις αυτές κατέληξαν στο αρχείο. Το 1965, στο Μόναχο ξεκίνησε μια καινούργια ανακριτική έρευνα.
Ο Λαντς και ο φον Λέντε με διάφορα νομικά τεχνάσματα πέτυχαν τη δικαστική απαλλαγή τους, εξαιτίας ενός λάθους του Αντώνη Τούσση, διευθυντή του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου, που είχε αναφέρει εσφαλμένα την 4η Ιουνίου 1943 ως ημερομηνία της «τέλεσης αντιποίνων» στους Λιγκιάδες, μια περίοδο κατά την οποία ο Λαντς ήταν πράγματι ακόμα διοικητής στο ανατολικό μέτωπο.
Ακόμη ο Λαντς την ημέρα του ολοκαυτώματος βρισκόταν στην κηδεία του Ζάλμινγκερ (ο εξολοθρευτής του Κομμένου, που σκότωσαν αντάρτες του ΕΔΕΣ στο Κουκλέσι).
Ακόμα και αν ο φον Στέττνερ ήταν εκείνος που εξέδωσε την διαταγή εξολόθρευσης των Λιγκιάδων, ο Λαντς με την ημερήσια διαταγή της 1ης Οκτωβρίου 1943 (μετά την ενέδρα των ανταρτών στο Κουκλέσι) δημιούργησε το κλίμα της σφαγής.

Έτσι ο Λαντς και ο φον Λέντε επέστρεψαν αλώβητοι στις καθημερινές τους ασχολίες.
Ο Λαντς έγραψε τα απομνημονεύματά του, ίδρυσε το Σωματείο παλαιών ορεινών καταδρομέων, ορίστηκε ειδικός για θέματα άμυνας και ήταν υποψήφιος των Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1961.
Ο φον Λέντε εργάστηκε σαν νομικός σύμβουλος του Συνδέσμου των Ιπποτών (γαλαζοαίματοι ευγενείς και πρώην μεγαλοκτηματίες) και σαν δικηγόρος βετεράνων του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Στη δίκη της Νυρεμβέργης του 1946 ο φον Λέντε θυμόταν ακόμα τους Λυγκιάδες και ότι ο Λαντς, όταν του έγινε γνωστή η καταστροφή του χωριού διέταξε «στρατιωτική δικαστική έρευνα» Το πόρισμά της, όμως, υποστήριξε ο φον Λέντε τότε, δεν του έγινε γνωστό.
(ο Λέντε εννοούσε την παρωδία έρευνας από τον στρατονόμο Τομ Κόβιακ με  διερμηνέα, τον καθηγητή της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας, Πουλμέντη)

Ακόμα και ο Σπυρίδων, ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων, έδωσε κατάθεση στο Εθνικό Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου. Μιλάει και για την ανακοίνωση που είχε ετοιμάσει το γερμανικό επιτελείο, όταν ανέλαβαν την κατοχή στην Ήπειρο μετά τον αφοπλισμό των Ιταλών. Ο Σπυρίδων λέει ότι αρνήθηκε να υπογράψει την ανακοίνωση και γι’ αυτό του επέβαλλαν κατ’ οίκον κράτηση. Αναφέρει τις σφαγές στην Παραμυθιά και στους Λυγκιάδες και υπογραμμίζει πως ο Λαντς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ήξερε την καταστροφή των Λυγκιάδων, αφού το χωριό φαινότανε απ’ τα παράθυρα, ακριβώς απέναντι απ’ την οικία και το γραφείο του.

ΠΗΓΗ Μνήμες Κατοχής ΙΙΙ – Οι Λυγκιάδες στις φλόγες  Christoh U. Schminck Gustavus.


Απέναντι από την πόλη των Ιωαννίνων, ριζωμένο στην κορυφή του Μιτσικελιού βρίσκεται το χωριό Λιγκιάδες. Έχει την τύχη να έχει θέα όλο το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων και την «ατυχία» να φαίνεται από την πόλη και όλη τη γύρω περιοχή.

Στις 3 Οκτωβρίου του 1943, ημέρα Κυριακή, και ενώ ακόμα δεν είχε χαράξει οι προβολείς και το πυροβολικό του γερμανικού στρατού κατοχής είναι στραμμένοι στο χωριό. Έξι καμιόνια με Γερμανούς καταδρομείς ανηφορίζουν προς τα εκεί. Μετά από λίγες ώρες το χωριό θα έχει σβηστεί από το χάρτη. Και 82 κάτοικοι – κυρίως γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι – δε θα προλάβουν ούτε καν να ρωτήσουν σε τι έφταιξαν.

Οι καπνοί θα σκεπάσουν τα Γιάννενα και η λήθη τη μνήμη.



Ο Christoph SchminckGustavus θα μιλήσει με τους επιζώντες της σφαγής. Θα δώσει το λόγο στα θύματα. Αλλά και θα ψάξει στη Γερμανία τους θύτες. Θα προσπαθήσει να καταλάβει γιατί ποτέ δε λογοδότησαν για τα εγκλήματά τους.

Το «Μνήμες Κατοχής ΙΙΙ. Οι Λιγκιάδες στις φλόγες» είναι το τρίτο και τελευταίο βιβλίο της τριλογίας του για την Ήπειρο.

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Η σφαγή του Κομμένου 16 Αυγούστου 1943



Σφαγή του Κομμένου
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η σφαγή του Κομμένου ήταν μια από τις μεγαλύτερες σφαγές αμάχων στην ιστορία της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, στις 16 Αυγούστου 1943, στο χωριό Κομμένο που βρίσκεται στον νομό Άρτας και είναι χτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Άραχθου.

Τα γεγονότα πριν τη σφαγή

Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, μετέπειτα Γυμνασιάρχη και μάρτυρα κατηγορίας στή Δίκη της Νυρεμβέργης, στις 12 Αυγούστου 1943 ένα γερμανικό τζιπ με δύο στρατιώτες του τάγματος Φιλιππιάδας διενεργούσε περιπολία στα χωριά του Αμβρακικού κόλπου. Κάποια στιγμή το τζίπ ανατράπηκε από λακκούβα στο χωματόδρομο και προσέτρεξαν σε βοήθεια κάτοικοι του χωριού Κομμένου. Οι Γερμανοί ισχυρίζονται ότι «μέσα σε χωράφι είδαν ένα ένοπλο αντάρτη και τρόμαξαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τον έλεγχο του οχήματος». Το τζιπ με την βοήθεια των χωρικών επαναφέρθηκε στην κανονική θέση και οι στρατιώτες ελαφρά τραυματισμένοι επέστρεψαν στη Φιλιππιάδα όπου έδωσαν αναφορά.
Ο επικεφαλής ταγματάρχης Φάλνερ (Falner) της μονάδας Φιλιππιάδας Πρέβεζας επικοινώνησε με το Στρατηγείο στα Ιωάννινα (στρατηγός Χούμπερτ Λαντς (Hubert Lanz)) και έλαβε την εντολή «να εξαφανίσει το χωριό από το χάρτη» σύμφωνα με εντολές του Αδόλφου Χίτλερ.
Κατά πληροφορίες, ο Falner αργότερα συνελήφθη από παρτιζάνους του Τίτο στη Σερβία και εκτελέστηκε. Την εντολή της σφαγής εκτέλεσε η μονάδα της Φιλιππιάδας με επικεφαλής τον υπολοχαγό Κόβιακ (Koviack). (Στέφανος Παππάς: "Η Σφαγή του Κομμένου", Αθήνα 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση 2009).

Όμως, υπάρχει και δεύτερη άποψη.[1]. O συγγραφέας Χέρμαν Φρανκ Μάγιερ[2] (τέκνο Ναζιστή αξιωματικού πού εκτελέστηκε από Έλληνες αντάρτες), το έτος 2008 ισχυρίζεται ότι το βιβλίο του αυτόπτη μάρτυρα Στέφανου Παππά έχει κάποιες ανακρίβειες. Κατά τον Μάγερ, «ο Hubert Lanz δεν είναι ο εντολέας της «ισοπέδωσης» του Κομμένου, διότι αφίχθη στην Ήπειρο στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 ενώ η σφαγή έγινε στις 16 Αυγούστου 1943».[3].

Σύμφωνα με μιά άλλη άποψη, στις 12 Αυγούστου 1943 μια μικρή ομάδα ανταρτών μπήκε στο χωριό Κομμένο με σκοπό τη συγκέντρωση τροφίμων. Στη διάρκεια της παραμονής τους, μια αναγνωριστική ομάδα από δύο Γερμανούς μοτοσυκλετιστές μπήκε τυχαία στο χωριό και μόλις είδαν τους αντάρτες έφυγαν χωρίς να εμπλακούν μαζί τους. Οι κάτοικοι που αντιλήφθηκαν το γεγονός το ίδιο βράδυ διανυκτέρευσαν στην ύπαιθρο φοβούμενοι αντίποινα. Αντιπροσωπεία των κατοίκων την άλλη μέρα πήγε στον Ιταλό διοικητή της Άρτας με σκοπό να εξηγήσουν τα γεγονότα και να ζητήσουν την κατανόηση του για το συμβάν. Εκείνος τους καθησύχασε και τους διαβεβαίωσε οτι δεν υπήρχε κίνδυνος. Διαφορετική όμως ήταν η άποψη της Γερμανικής διοίκησης της 1ης Ορεινής Μεραρχίας που έδρευε στα Γιάννενα. Καθώς οι προσπάθειες των κατακτητών να πλήξουν το αντάρτικο είχαν ισχνά αποτελέσματα, οι Γερμανοί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν παραδειγματική επιχείρηση αντιποίνων.

Η σφαγή
Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, η μηχανοκίνητη μονάδα ναζιστικών στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με την εντολή της Διοίκησης Ιωαννίνων, εισέβαλε στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943, με το πρόσχημα των αντιποίνων για την ύπαρξη ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ στην περιοχή. Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από γαμήλια γιορτή πού είχε γίνει την προηγούμενη ημέρα. Στο χωριό υπήρχαν και ορισμένοι φιλοξενούμενοι από την Πρέβεζα. Την εποχή εκείνη πρακτικά το Κομμένο ανήκε στο Νομό Πρέβεζας με θαλάσσια επικοινωνία. Τα ναζιστικά στρατεύματα προέβησαν σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους και στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Λίγοι ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό Κόλπο. Στο τέλος της σφαγής οι ναζί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία του χωριού όπου έφαγαν και ήπιαν μπύρες αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες, δίπλα σε 7 πτώματα. Συνολικά οι νεκροί της σφαγής ήταν 317 άτομα. Διασώθηκαν 440 άτομα. Η σφαγή του Κομμένου Άρτας είναι ισοδύναμη με αυτή των Καλαβρύτων και του Διστόμου. Ο αείμνηστος Στέφανος Παππάς, μετέπειτα γυμνασιάρχης, από το Κομμένο, νεαρός τότε επέζησε της σφαγής και έγραψε βιβλίο με πλήρη περιγραφή των γεγονότων. Ένα απόσπασμα από το βιβλίο του είναι το εξής: «Οι πρώτοι προστρέξαντες μετά την ανθρωποσφαγή Γρηγόρης Κολιοκώτσης και Ευστάθιος Κολιοκώτσης, ευρήκαν τις δύο ξαδέρφες των Αθηνά και Θεοδοσία νεκρές από σφαίρες πιστολιού και φανερότατα τα ίχνη του βιασμού. Αλλα παραδείγματα μακαβρίου εγκληματικότητας είναι τα δύο μωρά του μακαρίτη Ευστάθιου Κολιοκώτση ηλικίας 7 μηνών, που ευρέθηκαν νεκρά από ασφυξία, γιατί οι κακούργοι εγέμισαν τα στόματά των με βαμβάκι βρεγμένο με βενζίνη και κατόπιν το άναψαν για να απολαύσουν ένα σαδιστικό πυροτέχνημα. Ευρέθη επίσης ο δεύτερος παππάς του χωριού Ζώης Παππάς σκοτωμένος με μαχαίρι και με εξωρυγμένους τους οφθαλμούς. Ως επισφράγισμα της θηριωδίας των ανωτέρω αναφέρω ένα πρωτάκουστο κακούργημα. Η ετοιμογέννητη Παναγιώτα σύζυγος του Λεωνίδα Τσιμπούκη βρέθηκε νεκρή με την κοιλιά ξεσχισμένη και το έμβρυο νεκρό δίπλα της, όπως βεβαιώνει ο αυτόπτης μάρτυρας Θεόδωρος Σταμάτης…». (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).

Σύμφωνα με μιά δεύτερη παραλλαγή των γεγονότων, το έργο της σφαγής ανατέθηκε στο 98ο Σύνταγμα του συνταγματάρχη Γιόζεφ Ζάλμινγκερ.
Το ξημέρωμα της 16ης Αυγούστου 100 άνδρες του 12ου λόχου με επικεφαλής των υπολοχαγό Ρέζερ οπλισμένοι με όλμους, πολυβόλα, χειροβομβίδες και αυτόματα όπλα περικύκλωσαν το χωριό. Η τελευταία εντολή που πήραν από τον Ρέζερ, σύμφωνα με μαρτυρία ενός από τους στρατιώτες, ήταν να μην αφήσουν τίποτα όρθιο. Οι άντρες της Βέρμαχτ εκτέλεσαν κατά γράμμα την εντολή. Οι στρατιώτες σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Έμπαιναν στα σπίτια των αιφνιδιασμένων χωρικών και ξεκλήριζαν ολόκληρες οικογένειες. Χαρακτηριστικό είναι οτι 20 οικογένειες ξεκληρίστηκαν μέχρις ενός. Επί 9 ώρες οι Γερμανοί σκότωναν, βίαζαν, έκαιγαν και κατέστρεφαν οτι υπήρχε στο διάβα τους. Όταν αποχώρησαν είχαν αφήσει πίσω τους 317 νεκρούς μεταξύ των οποίων 97 νήπια και παιδιά μέχρι 15 χρονών και 119 γυναίκες. H σφαγή έγινε μια μέρα μετά το πανηγύρι του χωριού για τη γιορτή της Παναγίας.

Η συνέχεια μετά τη σφαγή

Ο επικεφαλής των δολοφόνων ταγματάρχης Φάλνερ εκτελέστηκε αργότερα στη Σερβία από παρτιζάνους αντάρτες του στρατάρχη Τίτο. Για τον υπολοχαγό Κόβιακ δεν υπάρχουν πληροφορίες.
Ο επικεφαλής Μέραρχος των Ναζί στα Ιωάννινα Χούμπερτ Λαντς παραπέμφθηκε και δικάσθηκε στη συνακόλουθη της Δίκης της Νυρεμβέργης γνωστής ως "Δίκη των ομήρων" (Hostages Trial) ή Δίκη του Λιστ ως εγκληματίας πολέμου, το 1947, και καταδικάστηκε σε 12 έτη κάθειρξης. Ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Ο Λαντς κατά τη δεκαετία του 1970 έλαβε μέρος σε τηλεοπτική συζήτηση με τον γνωστό από τη δράση του στην κατεχόμενη Ελλάδα Βρετανό στρατιωτικό Κρις Γούντχάουζ στην τηλεόραση της Κολωνίας (Köln) σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης.
Πολιτική αγωγή και μάρτυρας κατηγορίας στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης ήταν ο Στέφανος Παππάς, με δικηγόρο τον καθηγητή Πανεπιστημίου Ιωάννη Σιόντη, ως εκπρόσωπο του Ελληνικού Κράτους. (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).

Ήδη από τη δεκαετία του '60 Γερμανοί ιδιώτες έμαθαν για τη σφαγή του Κομμένου και επισκέφθηκαν το χωριό. Μάλιστα μια ευκατάστατη Γερμανίδα χρηματοδότησε την ανέγερση νέου Δημοτικού Σχολείου. Από τη δεκαετία του 80 άρχισε να ασχολείται με τις θηριωδίες των Ναζί ο Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, ο οποίος και για το σχετικό βιβλίο του τιμήθηκε από την Κοινότητα Κομμένου.

Το έτος 2003, Γερμανοί ακτιβιστές παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων άπλωσαν πανό μέσα στο Μουσείο Περγάμου (The Pergamon Museum) που βρίσκεται στο τέως Ανατολικό Βερολίνο με το σύνθημα «Καλάβρυτα- Δίστομο - Κομμένο. Να αναγνωρισθεί η σφαγή και να δοθούν αποζημιώσεις», στα Γερμανικά και Ελληνικά. Τελικά στις 30 Απριλίου 2004 ανακοινώθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ότι ο εισαγγελέας του Μονάχου άνοιξε το φάκελο της σφαγής του Κομμένου, και ο Πρόεδρος του Κομμένου Γεώργιος Παππάς δήλωσε ότι επιτέλους ανοίγει ο δρόμος για περαιτέρω διεκδικήσεις. Κάθε χρόνο στις 15-16 Αυγούστου γίνεται στο Κομμένο μνημόσυνο και τελετές σε ανάμνηση αυτής της θηριωδίας που δεν τιμά τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009, Περιοδικό "Απειρος Χώρα": "Μνημόσυνο στό Κομμένο Αρτας", τεύχος Σεπτ. 2010).